Την περασμένη Παρασκευή, 21/7/2023, ανάμεσα σε άλλα θέματα, συζητήθηκε στο Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα και η κατάργηση της αναλογιστικής μείωσης του 12% στις συντάξεις του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή, όπως ο Υπουργός επέλεξε να αποκαλεί, η ανακουφιστική παρέμβαση στο Συνταξιοδοτικό, για όσους και όσες εργαζόμενους/ες επιλέξουν να αφυπηρετήσουν στο 63ο αντί στο 65ο έτος (παρότι έχουν συμπληρώσει τους 400 μήνες που είναι το απαιτούμενο όριο εισφορών για να λάβει μια/ένας πλήρη σύνταξη). 

Η θέση της Οργάνωσης μας στη συνεδρία ήταν σαφής. Σε τέτοια ζητήματα που αγγίζουν τη βιωσιμότητα του ΤΚΑ υπάρχουν οι αναλογιστικές μελέτες, που είναι χρήσιμες και σημαντικές, όμως στο τέλος της ημέρας υπάρχουν και οι πολιτικές αποφάσεις. Δέον να ληφθεί υπόψη ότι οι αναλογιστικές μελέτες, ιδιαίτερα όσες έχουν βάθος μερικές δεκαετίες, βασίζονται σε συγκεκριμένες παραδοχές/υποθέσεις (assumptions) οι οποίες όταν αλλάξουν, τροποποιηθούν ή ανατραπούν οδηγούν σε διαφορετικά αποτελέσματα. Το συγκεκριμένο ετεροβαρές για τους εργαζόμενους μέτρο λήφθηκε το 2012 κατόπιν πολιτικής απόφασης, υπό το βάρος της πίεσης της Τρόικας μέσω του μνημονίου. Η πολιτική γραμμή και κατεύθυνση τότε ήταν η άμεση και οριζόντια αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης για όλους/όλες τους εργαζόμενους/ες. Η μείωση επιβλήθηκε ετσιθελικά, χωρίς κανένα διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους ενώ  αγνοήθηκε παντελώς η αναλογιστική μελέτη του 2009 που υπήρχε για το ΤΚΑ, η οποία έδειχνε ότι αυτό παρέμενε υγιές και βιώσιμο μέχρι του 2048, χωρίς να χρειάζεται να γίνουν οιεσδήποτε ριζικές ή απότομες αλλαγές.

Έκτοτε, αν και δεν είμαστε ειδικοί και ούτε έχουμε προβεί σε οποιαδήποτε άλλη μελέτη, η βιωσιμότητα του ΤΚΑ έχει επηρεαστεί θετικά από διάφορες αλλαγές που επεσυνέβησαν, όπως η αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης όλων των υπαλλήλων του κρατικού τομέα από το 60ο έτος στο 65ο, με τις εισφορές του στο ΤΚΑ να συνεχίζονται για 5 επιπλέον χρόνια ενώ μειώνεται για 5 χρόνια η λήψη σύνταξης από το ταμείο. Επίσης, εν αντιθέσει με την εκτίμηση που εξέφρασε το Υπουργείο ότι τυχόν κατάργηση της μείωσης του 12%  θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε καθολική μείωση του ορίου αφυπηρέτησης από το 65ο στο 63ο έτος, η εμπειρία μας δείχνει ότι ο περισσότερος κόσμος και δη όσοι/όσες εργάζονται σε επαγγέλματα όπου δεν υπάρχει έντονη φυσική καταπόνηση, επιλέγουν να εργάζονται για όσο καιρό μπορούν και δεν προτιμούν την πρόωρη σύνταξη. Άλλωστε αρκετοί/αρκετές ενδέχεται να μην έχουν επαρκείς εισφορές και θα πρέπει να εργαστούν για να συμπληρώσουν τους 400 μήνες ενώ, άλλο να λαμβάνει ένας/μια ολόκληρο μισθό και άλλο να λαμβάνει μισό που είναι περίπου το ύψος της σύνταξης.

Η όλη συζήτηση και τα δημοσιεύματα που ακολούθησαν στον ημερήσιο έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο σε σχέση με το θέμα της κατάργησης του 12% δίνουν αφορμή να αναφερθούμε και στο εξής οξύμωρο, που ίσχυε μέχρι πριν μερικά χρόνια, όπου οι υπάλληλοι του δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τομέα οι οποίοι/ες εργάζονταν σε γενικά καλύτερες συνθήκες και λιγότερο επιβαρυντικά στο σώμα επαγγέλματα αφυπηρετούσαν στο 60ο έτος ενώ οι εργάτες/τριες σε εργοστάσια, εργοτάξια κ.α, αφυπηρετούσαν στο 63ο ή αν επέλεγαν στο 65ο.

Το μήνυμα μας στον έντιμο κο. Υπουργό είναι ότι όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και ο τρόπος (“where there is a will, there is way”).  Όπως, προς τιμήν του, ενήργησε για την ΑΤΑ, ας ενεργήσει κατά ανάλογο τρόπο και τώρα.

Εκ του Προεδρείου